Πυροβολικό στα δανικά

Μετάφραση: πυροβολικό, Λεξικό: ελληνικά » δανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
artilleri, artilleriet, artillery, kanoner
Πυροβολικό στα δανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: πυροβολικό

πυροβολικό αθήνα, πυροβολικό θήβας, πυροβολικό σάμος, πυροβολικό σώμα, πυροβολικό κύπροσ, πυροβολικό λεξικό γλώσσας δανικά, πυροβολικό στα δανικά

Μεταφράσεις

  • πυρηνικός στα δανικά - nukleare, nuklear, nukleart, det nukleare, den nukleare
  • πυρκαγιά στα δανικά - afskedige, fyr, flamme, fyre, bål, ild, skyde, ...
  • πυροβολισμός στα δανικά - shot, skud, chance, skudt, mål
  • πυροβολώ στα δανικά - bål, ild, afskedige, flamme, fyr, skyde, fyre, ...
Τυχαίες λέξεις
Πυροβολικό στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: artilleri, artilleriet, artillery, kanoner