Πυροβολικό στα ιταλικά
Μετάφραση: πυροβολικό, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
artiglieria, di artiglieria, artiglierie, dell'artiglieria, l'artiglieria
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: πυροβολικό
πυροβολικό αθήνα, πυροβολικό θήβας, πυροβολικό σάμος, πυροβολικό σώμα, πυροβολικό κύπροσ, πυροβολικό λεξικό γλώσσας ιταλικά, πυροβολικό στα ιταλικά
Μεταφράσεις
- πυρηνικός στα ιταλικά - nucleare, atomico, nucleari, nucleare di
- πυρκαγιά στα ιταλικά - incendio, tiro, fuoco, sparare, fiamma, incendi, il fuoco, ...
- πυροβολισμός στα ιταλικά - iniezione, sparo, tiratore, sparatoria, tiro, colpo, ripresa, ...
- πυροβολώ στα ιταλικά - incendio, tiro, sparare, scoccare, sparo, tiratore, iniezione, ...
Τυχαίες λέξεις
Πυροβολικό στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: artiglieria, di artiglieria, artiglierie, dell'artiglieria, l'artiglieria
Μεταφράσεις: artiglieria, di artiglieria, artiglierie, dell'artiglieria, l'artiglieria