Ράσπα στα δανικά
Μετάφραση: ράσπα, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
rasp, raspen, filen for
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ράσπα
ράσπα ξύλου, ράσπα ποδιών, ράσπα pedicure, ράσπα λεξικό γλώσσας δανικά, ράσπα στα δανικά
Μεταφράσεις
- ράπτης στα δανικά - skrædder, skræddersyet, skræddersyede, skrædderen, skræddersy
- ράσο στα δανικά - præstekjole, præstekjolen, Samarie
- ράτσα στα δανικά - opdrage, blod, avle, race, yngler, opdrætte, yngle
- ράφι στα δανικά - bræt, hylde, hylden, Væghylde, shelf
Τυχαίες λέξεις
Ράσπα στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: rasp, raspen, filen for
Μεταφράσεις: rasp, raspen, filen for