Ράσπα στα ουκρανικά
Μετάφραση: ράσπα, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
навальність, скрегіт, скрежет, скреготаннє, скреготіння
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ράσπα
ράσπα ξύλου, ράσπα ποδιών, ράσπα pedicure, ράσπα λεξικό γλώσσας ουκρανικά, ράσπα στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- ράπτης στα ουκρανικά - кравець, портной
- ράσο στα ουκρανικά - попе, ряса, сутана, піп, ряси
- ράτσα στα ουκρανικά - зростити, єнот, родовід, етимологія, порода, вирощувати, зрощувати, ...
- ράφι στα ουκρανικά - мілина, полку, расисти, обмілина, шельф, мілину, полиця, ...
Τυχαίες λέξεις
Ράσπα στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: навальність, скрегіт, скрежет, скреготаннє, скреготіння
Μεταφράσεις: навальність, скрегіт, скрежет, скреготаннє, скреготіння