Σπιθαμή στα δανικά
Μετάφραση: σπιθαμή, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
span, spændvidde, spænd, tidsrum, spænder
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: σπιθαμή
μια σπιθαμή, σπιθαμή μονάδα μέτρησησ, σπιθαμή προς σπιθαμή, σπιθαμή ή σπιθαμή, σπιθαμή λεξικό, σπιθαμή λεξικό γλώσσας δανικά, σπιθαμή στα δανικά
Μεταφράσεις
- σπηλιά στα δανικά - hule, grotte, Cave, hulen, grotten
- σπιθίζω στα δανικά - blink, blinke, funklede, sparkled, strålede, gnistrede, lyste
- σπιθοβολώ στα δανικά - gnist, spithovolo
- σπιλώνω στα δανικά - besudlet, tilsmudset, besudlede, besmirched, tilsmudsede
Τυχαίες λέξεις
Σπιθαμή στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: span, spændvidde, spænd, tidsrum, spænder
Μεταφράσεις: span, spændvidde, spænd, tidsrum, spænder