Σπιθαμή στα ιταλικά
Μετάφραση: σπιθαμή, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
spanna, campata, intervallo, durata, periodo
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: σπιθαμή
μια σπιθαμή, σπιθαμή μονάδα μέτρησησ, σπιθαμή προς σπιθαμή, σπιθαμή ή σπιθαμή, σπιθαμή λεξικό, σπιθαμή λεξικό γλώσσας ιταλικά, σπιθαμή στα ιταλικά
Μεταφράσεις
- σπηλιά στα ιταλικά - grotta, caverna, cavità, cave, grotte, grotta di
- σπιθίζω στα ιταλικά - luccicare, scintillavano, scintillato, scintillava, brillavano, brillava
- σπιθοβολώ στα ιταλικά - favilla, scintilla, scintillare, spithovolo
- σπιλώνω στα ιταλικά - insozzare, deturpare, infangato, macchiato, besmirched, infangata, sporcato
Τυχαίες λέξεις
Σπιθαμή στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: spanna, campata, intervallo, durata, periodo
Μεταφράσεις: spanna, campata, intervallo, durata, periodo