Σπιθαμή στα τούρκικα
Μετάφραση: σπιθαμή, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
köprü, karış, yayılma, açıklıklı, açıklık, aralığı
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: σπιθαμή
μια σπιθαμή, σπιθαμή μονάδα μέτρησησ, σπιθαμή προς σπιθαμή, σπιθαμή ή σπιθαμή, σπιθαμή λεξικό, σπιθαμή λεξικό γλώσσας τούρκικα, σπιθαμή στα τούρκικα
Μεταφράσεις
- σπηλιά στα τούρκικα - mağara, Mağarası, cave, mağaranın, mağaradır
- σπιθίζω στα τούρκικα - parıldamak, saklamadı, parlıyordu, parladı, ışıldadı, pırıltılı
- σπιθοβολώ στα τούρκικα - kıvılcım, spithovolo
- σπιλώνω στα τούρκικα - besmirched, kirleten, bir biçimde lekelediler, biçimde lekelediler, lekelediler
Τυχαίες λέξεις
Σπιθαμή στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: köprü, karış, yayılma, açıklıklı, açıklık, aralığı
Μεταφράσεις: köprü, karış, yayılma, açıklıklı, açıklık, aralığı