Στρώση στα δανικά

Μετάφραση: στρώση, Λεξικό: ελληνικά » δανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
lag, laget, fase, lags
Στρώση στα δανικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: στρώση

νυφική στρώση, στρώση στέψης, στρώση στράγγισης οδοστρώματος, στρώση 3α, εξυγιαντική στρώση, στρώση λεξικό γλώσσας δανικά, στρώση στα δανικά

Μεταφράσεις

  • στρώμα στα δανικά - lag, madras, blad, lagen, laget, fase, lags
  • στρώνω στα δανικά - lægge, sætte, strø, strør, drysser, overså
  • στυγνός στα δανικά - brutal, brutale, brutalt
  • στυλοβάτης στα δανικά - grundpille, grundpillen, bærende, grundlaget, bærende kraft
Τυχαίες λέξεις
Στρώση στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: lag, laget, fase, lags