Στρώση στα ουκρανικά
Μετάφραση: στρώση, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
верства, обшивка, верству, прошарок, ґрунт, шар
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: στρώση
νυφική στρώση, στρώση στέψης, στρώση στράγγισης οδοστρώματος, στρώση 3α, εξυγιαντική στρώση, στρώση λεξικό γλώσσας ουκρανικά, στρώση στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- στρώμα στα ουκρανικά - серветка, завіса, зупинка, зупинення, таблиця, мотика, листок, ...
- στρώνω στα ουκρανικά - слабко, посипати, притрусити
- στυγνός στα ουκρανικά - затверділий, бездушний, мозолястий, нечулий, нечутливий, жорстокий, жорстока, ...
- στυλοβάτης στα ουκρανικά - грабування, джерело, джерельце, докази, оплот, цитадель, опора
Τυχαίες λέξεις
Στρώση στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: верства, обшивка, верству, прошарок, ґрунт, шар
Μεταφράσεις: верства, обшивка, верству, прошарок, ґрунт, шар