Συρρέω στα δανικά

Μετάφραση: συρρέω, Λεξικό: ελληνικά » δανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
flok, flokken, Hjord, flokkens
Συρρέω στα δανικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: συρρέω

συρρέω συνώνυμα, συρρέω λεξικό γλώσσας δανικά, συρρέω στα δανικά

Μεταφράσεις

  • συνύπαρξη στα δανικά - sameksistens, sameksistensen, sameksistens mellem
  • συνώνυμος στα δανικά - synonym, synonymt, ensbetydende, synonyme, synonymer
  • συρρικνώνομαι στα δανικά - indskrumpet, indskrumpne, formindskede, formindsket, indskrumpede
  • συρροή στα δανικά - rigdom, afflux
Τυχαίες λέξεις
Συρρέω στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: flok, flokken, Hjord, flokkens