Ταιριαστός στα δανικά
Μετάφραση: ταιριαστός, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
RAR, sympatisk, sympatiske, elskværdig, kongenial
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ταιριαστός
ταιριαστός συνώνυμα, ταιριαστός λεξικό γλώσσας δανικά, ταιριαστός στα δανικά
Μεταφράσεις
- ταιριάζω στα δανικά - kamp, match, tændstik, kampen, Kampens
- ταιριαστά στα δανικά - congenially, kongenialt, de flisebelagte
- τακούνι στα δανικά - hæl, hælen, krængning, heel
- τακτικά στα δανικά - regelmæssigt, jævnligt, jævne, regelmæssige, med jævne
Τυχαίες λέξεις
Ταιριαστός στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: RAR, sympatisk, sympatiske, elskværdig, kongenial
Μεταφράσεις: RAR, sympatisk, sympatiske, elskværdig, kongenial