Τράβηγμα στα δανικά

Μετάφραση: τράβηγμα, Λεξικό: ελληνικά » δανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
trække, drag, tegning, tegningen, træk, tegne
Τράβηγμα στα δανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: τράβηγμα

τράβηγμα μυών, τράβηγμα στον προσαγωγό, τράβηγμα πίσω από το γόνατο, τράβηγμα στη γάμπα, τράβηγμα στη γάμπα αντιμετωπιση, τράβηγμα λεξικό γλώσσας δανικά, τράβηγμα στα δανικά

Μεταφράσεις

  • τούρλα στα δανικά - Tourla
  • τούφα στα δανικά - tot, dusk, tuft, kvast, klynge
  • τράνταγμα στα δανικά - ryk, bump, stød, jolt, rystelse
  • τράπεζα στα δανικά - bred, bank, banken, bankens, Banks
Τυχαίες λέξεις
Τράβηγμα στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: trække, drag, tegning, tegningen, træk, tegne