Τράβηγμα στα λιθουανικά
Μετάφραση: τράβηγμα, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
masinti, traukti, brėžinys, piešinys, piešimo, brėžinyje, brėžinyje su
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: τράβηγμα
τράβηγμα μυών, τράβηγμα στον προσαγωγό, τράβηγμα πίσω από το γόνατο, τράβηγμα στη γάμπα, τράβηγμα στη γάμπα αντιμετωπιση, τράβηγμα λεξικό γλώσσας λιθουανικά, τράβηγμα στα λιθουανικά
Μεταφράσεις
- τούρλα στα λιθουανικά - Tourla
- τούφα στα λιθουανικά - kuokštas, kuokštelis, gniužulas, barzdelė, gniūžtė
- τράνταγμα στα λιθουανικά - trankymas, kratytis, krėsti, kresnoti, kratymas
- τράπεζα στα λιθουανικά - krantas, bankas, bank, banko, bankų, bankui
Τυχαίες λέξεις
Τράβηγμα στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: masinti, traukti, brėžinys, piešinys, piešimo, brėžinyje, brėžinyje su
Μεταφράσεις: masinti, traukti, brėžinys, piešinys, piešimo, brėžinyje, brėžinyje su