Τράβηγμα στα ιταλικά
Μετάφραση: τράβηγμα, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
rimorchiatore, tendere, estrarre, strappare, disegno, di disegno, il disegno, disegni, drawing
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: τράβηγμα
τράβηγμα μυών, τράβηγμα στον προσαγωγό, τράβηγμα πίσω από το γόνατο, τράβηγμα στη γάμπα, τράβηγμα στη γάμπα αντιμετωπιση, τράβηγμα λεξικό γλώσσας ιταλικά, τράβηγμα στα ιταλικά
Μεταφράσεις
- τούρλα στα ιταλικά - collinetta, Tourla
- τούφα στα ιταλικά - ciuffo, trapuntare, ciuffetto, cespo, ciocca
- τράνταγμα στα ιταλικά - scossa, sobbalzo, scossone, sussulto, scosse
- τράπεζα στα ιταλικά - ciglione, ammucchiare, banca, banco, sponda, accatastare, ammassare, ...
Τυχαίες λέξεις
Τράβηγμα στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: rimorchiatore, tendere, estrarre, strappare, disegno, di disegno, il disegno, disegni, drawing
Μεταφράσεις: rimorchiatore, tendere, estrarre, strappare, disegno, di disegno, il disegno, disegni, drawing