Τράβηγμα στα λευκορωσικά
Μετάφραση: τράβηγμα, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
цягнуць, малюнак
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: τράβηγμα
τράβηγμα μυών, τράβηγμα στον προσαγωγό, τράβηγμα πίσω από το γόνατο, τράβηγμα στη γάμπα, τράβηγμα στη γάμπα αντιμετωπιση, τράβηγμα λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, τράβηγμα στα λευκορωσικά
Μεταφράσεις
- τούρλα στα λευκορωσικά - Tourla
- τούφα στα λευκορωσικά - пучок, пук
- τράνταγμα στα λευκορωσικά - штуршок
- τράπεζα στα λευκορωσικά - банк, бераг
Τυχαίες λέξεις
Τράβηγμα στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: цягнуць, малюнак
Μεταφράσεις: цягнуць, малюнак