Ψηλά στα δανικά
Μετάφραση: ψηλά, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
høj, højt, høje, high, stor
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ψηλά
ψηλά sneakers nike air force 1 mid, ψηλά τα χέρια χίτλερ, ψηλά τακούνια, ψιλά γράμματα, ψηλά τα χέρια, ψηλά λεξικό γλώσσας δανικά, ψηλά στα δανικά
Μεταφράσεις
- ψεύδομαι στα δανικά - ligge, lyve, løgn, ligger, løgnen
- ψεύτικος στα δανικά - falsk, false, falske, urigtige, forkert
- ψηλόλιγνος στα δανικά - Gangling, ranglet
- ψηλός στα δανικά - høj, tall, høje, højt
Τυχαίες λέξεις
Ψηλά στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: høj, højt, høje, high, stor
Μεταφράσεις: høj, højt, høje, high, stor