Ψηλά στα πορτογαλικά
Μετάφραση: ψηλά, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
extremamente, alto, elevado, alta, de alta, elevada
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ψηλά
ψηλά sneakers nike air force 1 mid, ψηλά τα χέρια χίτλερ, ψηλά τακούνια, ψιλά γράμματα, ψηλά τα χέρια, ψηλά λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, ψηλά στα πορτογαλικά
Μεταφράσεις
- ψεύδομαι στα πορτογαλικά - tampa, mentir, jazer, mentira, mentiras, lie, encontram
- ψεύτικος στα πορτογαλικά - vão, errado, abismar-se, falso, falsa, false, falsas, ...
- ψηλόλιγνος στα πορτογαλικά - desengonçado, desengonçada, desajeitado
- ψηλός στα πορτογαλικά - alto, alojar, recatar, elevado, albergar, replicar, eminente, ...
Τυχαίες λέξεις
Ψηλά στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: extremamente, alto, elevado, alta, de alta, elevada
Μεταφράσεις: extremamente, alto, elevado, alta, de alta, elevada