Ψηφίζω στα δανικά
Μετάφραση: ψηφίζω, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
stemme, afstemning, afstemningen, synes
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ψηφίζω
ψηφίζω στερεά ελλάδα, ψηφίζω κρήτη, ψηφίζω στο εξωτερικό, ψηφίζω στερεά, ψηφίζω 2014, ψηφίζω λεξικό γλώσσας δανικά, ψηφίζω στα δανικά
Μεταφράσεις
- ψηλόλιγνος στα δανικά - Gangling, ranglet
- ψηλός στα δανικά - høj, tall, høje, højt
- ψηφίο στα δανικά - ciffer, tå, cifret, Femcifret, cifrede, cifre
- ψηφιακός στα δανικά - digital, digitale, digitalt
Τυχαίες λέξεις
Ψηφίζω στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: stemme, afstemning, afstemningen, synes
Μεταφράσεις: stemme, afstemning, afstemningen, synes