Ψύξη στα δανικά
Μετάφραση: ψύξη, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
køling, afkøling, nedkøling, køle-, køle
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ψύξη
ψύξη στην πλάτη συμπτώματα, ψύξη στο λαιμό, ψύξη αυχένα, ψύξη στη μέση, ψύξη laptop, ψύξη λεξικό γλώσσας δανικά, ψύξη στα δανικά
Μεταφράσεις
- ψωμί στα δανικά - brød, brødet, brød kan
- ψωνίζω στα δανικά - butik, forretning, shop, butikken, shoppen
- ψώνια στα δανικά - shopping, indkøb, indkøbscenter, shoppingområde, indkøbsmuligheder
- ψώρα στα δανικά - fnat, scabies, af fnat
Τυχαίες λέξεις
Ψύξη στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: køling, afkøling, nedkøling, køle-, køle
Μεταφράσεις: køling, afkøling, nedkøling, køle-, køle