Ψύξη στα ουγγρικά
Μετάφραση: ψύξη, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
lehűlés, hűsítő, hűtés, hűtési, hűtést
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ψύξη
ψύξη στην πλάτη συμπτώματα, ψύξη στο λαιμό, ψύξη αυχένα, ψύξη στη μέση, ψύξη laptop, ψύξη λεξικό γλώσσας ουγγρικά, ψύξη στα ουγγρικά
Μεταφράσεις
- ψωμί στα ουγγρικά - kenyér, kenyeret, kenyérrel, a kenyér, a kenyeret
- ψωνίζω στα ουγγρικά - hivatal, kereskedés, munkahely, bolt, Shop, üzlet, áruház, ...
- ψώνια στα ουγγρικά - bevásárlás, bevásárló, vásárlás, vásárlási, kosárba
- ψώρα στα ουγγρικά - rüh, a rüh, rühesség, rühösség, scabies
Τυχαίες λέξεις
Ψύξη στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: lehűlés, hűsítő, hűtés, hűtési, hűtést
Μεταφράσεις: lehűlés, hűsítő, hűtés, hűtési, hűtést