Αιρετικός στα εσθονικά
Μετάφραση: αιρετικός, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
ketser, ketseriks, ketserile, heretic, hereetik
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αιρετικός
ο αιρετικός, αιρετικός - homo-hereti-cus, άρειος αιρετικός, αιρετικός ετυμολογία, αιρετικός meaning, αιρετικός λεξικό γλώσσας εσθονικά, αιρετικός στα εσθονικά
Μεταφράσεις
- αινιγματικός στα εσθονικά - enigmaatiline, saladuslik, mõistatuslik, peidetud tähendusega, segasena, krüptiliste, cryptic, ...
- αιολική στα εσθονικά - tuul, tuule, tuuleenergia, tuule-, tuult
- αισθάνομαι στα εσθονικά - tundma, katsuma, tähendus, meel, kobama, tunne, tunda, ...
- αισθήσεις στα εσθονικά - teadlikkus, teadvus, meeli, meelte, meeled, meeltele, meeltega
Τυχαίες λέξεις
Αιρετικός στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: ketser, ketseriks, ketserile, heretic, hereetik
Μεταφράσεις: ketser, ketseriks, ketserile, heretic, hereetik