Αιρετικός στα λευκορωσικά
Μετάφραση: αιρετικός, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
ерэтык, герэтык
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αιρετικός
ο αιρετικός, αιρετικός - homo-hereti-cus, άρειος αιρετικός, αιρετικός ετυμολογία, αιρετικός meaning, αιρετικός λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, αιρετικός στα λευκορωσικά
Μεταφράσεις
- αινιγματικός στα λευκορωσικά - загадкавы, загадкавае, загадочный, таямнічы, загадкавая
- αιολική στα λευκορωσικά - вецер, Лісце, Лісце і, Дым, Месяц
- αισθάνομαι στα λευκορωσικά - адчуваць
- αισθήσεις στα λευκορωσικά - пачуццяў, пачуцьцяў, адчуванняў, пачуцця, прытомнасць
Τυχαίες λέξεις
Αιρετικός στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: ерэтык, герэтык
Μεταφράσεις: ерэтык, герэтык