Αντιφάσκω στα εσθονικά

Μετάφραση: αντιφάσκω, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
tergiversate
Αντιφάσκω στα εσθονικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αντιφάσκω

φάσκω αντιφάσκω, αντιφάσκω συνωνυμο, αντιφάσκω λεξικό γλώσσας εσθονικά, αντιφάσκω στα εσθονικά

Μεταφράσεις

  • αντιτίθεμαι στα εσθονικά - vastustama, vastastama, objekti, objekt, eseme, objektilt
  • αντιτείνω στα εσθονικά - sihitis, ese, kõhklus, poolda seda, ei poolda seda, Esitada vastuväiteid, kõhklema
  • αντιφατικός στα εσθονικά - vasturääkiv, vastuoluline, vastuolulised, vastuolulisi, vastuoluliste
  • αντλία στα εσθονικά - pumpama, pump, pumba, pumpa, pumbaga, pumbast
Τυχαίες λέξεις
Αντιφάσκω στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: tergiversate