Αποδεικνύω στα εσθονικά

Μετάφραση: αποδεικνύω, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
näitama, demonstreerima, tõestama, tõendama, tõestada, tõendada, osutuda
Αποδεικνύω στα εσθονικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αποδεικνύω

αποδεικνύω λεξικό, αποδεικνύω αρχικοι χρονοι, αναδεικνύω αγγλικα, αποδεικνύω αντωνυμα, αποδεικνύω αοριστος, αποδεικνύω λεξικό γλώσσας εσθονικά, αποδεικνύω στα εσθονικά

Μεταφράσεις

  • αποδίδω στα εσθονικά - omistama, sooritama, atribuut, atribuudi, atribuuti, omadus, atribuut on
  • αποδείξεις στα εσθονικά - tõendus, tõend, tõendeid, tõendid, tõendite
  • αποδεκατίζω στα εσθονικά - laastama, detsimeerima, hävitama, laastada, Hävitada, kümnendikku hukkama
  • αποδεκτός στα εσθονικά - lubatav, mööndav, vastuvõetav, vastuvõetavaks, lubatud, vastuvõetavad
Τυχαίες λέξεις
Αποδεικνύω στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: näitama, demonstreerima, tõestama, tõendama, tõestada, tõendada, osutuda