Αποδεικνύω στα λευκορωσικά
Μετάφραση: αποδεικνύω, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
даказваць, даводзіць
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αποδεικνύω
αποδεικνύω λεξικό, αποδεικνύω αρχικοι χρονοι, αναδεικνύω αγγλικα, αποδεικνύω αντωνυμα, αποδεικνύω αοριστος, αποδεικνύω λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, αποδεικνύω στα λευκορωσικά
Μεταφράσεις
- αποδίδω στα λευκορωσικά - рабiць, атрыбут, Навык
- αποδείξεις στα λευκορωσικά - сведчанне, пасведчанне, сьведчаньне, пасьведчаньне
- αποδεκατίζω στα λευκορωσικά - знішчаць, зьнішчаць
- αποδεκτός στα λευκορωσικά - дапушчальны, дапушчальная, дапушчальную
Τυχαίες λέξεις
Αποδεικνύω στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: даказваць, даводзіць
Μεταφράσεις: даказваць, даводзіць