Βαθμιαίος στα εσθονικά
Μετάφραση: βαθμιαίος, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
progressiivne, progresseeruv, järkjärguline, järkjärgulist
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: βαθμιαίος
βαθμιαίος συνώνυμο, βαθμιαίος λεξικό γλώσσας εσθονικά, βαθμιαίος στα εσθονικά
Μεταφράσεις
- βαθμίδα στα εσθονικά - auaste, järk, reastama, samm, etapis, sammu, etapp, ...
- βαθμιαία στα εσθονικά - tasapisi, järk-järgult, aste-astmelt, järk, järkjärgult, järgult
- βαθμολογώ στα εσθονικά - reastama, auaste, järk, sortima, koolilõpetaja, lõpetaja, lõpetanud, ...
- βαθμολόγηση στα εσθονικά - tasandamine, sortimine, märgistus, märgistamine, tähistamine, märgise
Τυχαίες λέξεις
Βαθμιαίος στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: progressiivne, progresseeruv, järkjärguline, järkjärgulist
Μεταφράσεις: progressiivne, progresseeruv, järkjärguline, järkjärgulist