Βαθμιαίος στα τούρκικα
Μετάφραση: βαθμιαίος, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
ilerici, progresif, ilerleyici, aşamalı, ilerleyen
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: βαθμιαίος
βαθμιαίος συνώνυμο, βαθμιαίος λεξικό γλώσσας τούρκικα, βαθμιαίος στα τούρκικα
Μεταφράσεις
- βαθμίδα στα τούρκικα - dizi, sıra, rütbe, sınıf, derece, adım, adımı, ...
- βαθμιαία στα τούρκικα - kademeli olarak, yavaş yavaş, kademeli, giderek, tedricen
- βαθμολογώ στα τούρκικα - sıra, derece, yokuş, sınıf, baha, seviye, rütbe, ...
- βαθμολόγηση στα τούρκικα - işaretleme, markalama, işareti, işaretinin, işaretlenmesi
Τυχαίες λέξεις
Βαθμιαίος στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: ilerici, progresif, ilerleyici, aşamalı, ilerleyen
Μεταφράσεις: ilerici, progresif, ilerleyici, aşamalı, ilerleyen