Βαθμιαίος στα ουγγρικά

Μετάφραση: βαθμιαίος, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
progresszív, fokozatos, haladó, a progresszív, fokozatosan
Βαθμιαίος στα ουγγρικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: βαθμιαίος

βαθμιαίος συνώνυμο, βαθμιαίος λεξικό γλώσσας ουγγρικά, βαθμιαίος στα ουγγρικά

Μεταφράσεις

  • βαθμίδα στα ουγγρικά - avas, illetlen, orrfacsaró, visszaszító, lépés, lépésben, lépést, ...
  • βαθμιαία στα ουγγρικά - fokozatosan, fokozatos, folyamatosan, egyre, lassan
  • βαθμολογώ στα ουγγρικά - avas, orrfacsaró, illetlen, visszaszító, diplomás, végzős, posztgraduális, ...
  • βαθμολόγηση στα ουγγρικά - talajegyengetés, jelölés, jelölést, jelöléssel
Τυχαίες λέξεις
Βαθμιαίος στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: progresszív, fokozatos, haladó, a progresszív, fokozatosan