Βαθμιαίος στα ουκρανικά
Μετάφραση: βαθμιαίος, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
поступовий, повільний, прогресивний, прогресивніший, прогресивна
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: βαθμιαίος
βαθμιαίος συνώνυμο, βαθμιαίος λεξικό γλώσσας ουκρανικά, βαθμιαίος στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- βαθμίδα στα ουκρανικά - гірський, великий, бродячий, крок
- βαθμιαία στα ουκρανικά - поступово
- βαθμολογώ στα ουκρανικά - сортувати, великий, гірський, міра, ступінь, градус, бродячий, ...
- βαθμολόγηση στα ουκρανικά - бракування, класифікація, маркування, маркіровка, маркірування, маркировка
Τυχαίες λέξεις
Βαθμιαίος στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: поступовий, повільний, прогресивний, прогресивніший, прогресивна
Μεταφράσεις: поступовий, повільний, прогресивний, прогресивніший, прогресивна