Δάσος στα εσθονικά

Μετάφραση: δάσος, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
mets, metsa, metsade, metsas, metsa-
Δάσος στα εσθονικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: δάσος

δάσος στροφυλιάς, δάσος αρβανίτσας, δάσος δαδιάς, δάσος της βουλώνης, δάσος φρακτού, δάσος λεξικό γλώσσας εσθονικά, δάσος στα εσθονικά

Μεταφράσεις

  • δάρτης στα εσθονικά - lööja, klopits, Varbkolvid, kolvide, kolvidega, * Survetemplid, kolvidele
  • δάσκαλος στα εσθονικά - instruktor, juhendaja, õpetaja, õpetajate, õpetajana, õpetajakoolituse
  • δάφνη στα εσθονικά - loorberi, loorber, Laurel, loorberkirsipuu, loorberipuu
  • δέκα στα εσθονικά - kümme, kümne, kümnest, kümmet, kümnes
Τυχαίες λέξεις
Δάσος στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: mets, metsa, metsade, metsas, metsa-