Δάσος στα ιταλικά

Μετάφραση: δάσος, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
foresta, legno, legname, legna, selva, bosco, forestale, foreste, foresta di
Δάσος στα ιταλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: δάσος

δάσος στροφυλιάς, δάσος αρβανίτσας, δάσος δαδιάς, δάσος της βουλώνης, δάσος φρακτού, δάσος λεξικό γλώσσας ιταλικά, δάσος στα ιταλικά

Μεταφράσεις

  • δάρτης στα ιταλικά - stantuffi, Posizionatori, Pressori, Pistoncini, Pressori a
  • δάσκαλος στα ιταλικά - educatore, insegnante, maestro, tutore, istruttore, docente, insegnanti, ...
  • δάφνη στα ιταλικά - alloro, Laurel, di alloro, lauro, d'alloro
  • δέκα στα ιταλικά - dieci, di dieci, decina, ten, decina di
Τυχαίες λέξεις
Δάσος στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: foresta, legno, legname, legna, selva, bosco, forestale, foreste, foresta di