Δάσος στα ουκρανικά
Μετάφραση: δάσος, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
лісовий, ліс, лісу, лес
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: δάσος
δάσος στροφυλιάς, δάσος αρβανίτσας, δάσος δαδιάς, δάσος της βουλώνης, δάσος φρακτού, δάσος λεξικό γλώσσας ουκρανικά, δάσος στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- δάρτης στα ουκρανικά - поршень
- δάσκαλος στα ουκρανικά - вчитель, викладач, вчителька, вихователь, повчальний, опікун, учитель, ...
- δάφνη στα ουκρανικά - визначний, поет-лауреат, лауреат, видатний, лавр
- δέκα στα ουκρανικά - десять, десятка
Τυχαίες λέξεις
Δάσος στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: лісовий, ліс, лісу, лес
Μεταφράσεις: лісовий, ліс, лісу, лес