Δάσος στα λιθουανικά
Μετάφραση: δάσος, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
miškas, miško, miškų, miškų ūkio, miškai
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: δάσος
δάσος στροφυλιάς, δάσος αρβανίτσας, δάσος δαδιάς, δάσος της βουλώνης, δάσος φρακτού, δάσος λεξικό γλώσσας λιθουανικά, δάσος στα λιθουανικά
Μεταφράσεις
- δάρτης στα λιθουανικά - Nardinamosios, Plungers, plunžeriai
- δάσκαλος στα λιθουανικά - instruktorius, mokytojas, mokytoja, mokytojų, mokytojo, dėstytojas
- δάφνη στα λιθουανικά - lauras, Laurel, lauro, laurų, lauro lapai
- δέκα στα λιθουανικά - dešimt, dešimties, dešimčiai, ten
Τυχαίες λέξεις
Δάσος στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: miškas, miško, miškų, miškų ūkio, miškai
Μεταφράσεις: miškas, miško, miškų, miškų ūkio, miškai