Διαγωγή στα εσθονικά

Μετάφραση: διαγωγή, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
ülevalpidamine, kombed, käitumine, käitumise, käitumist, tegevus, läbiviimise
Διαγωγή στα εσθονικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: διαγωγή

διαγωγή κοσμιοτάτη σημασία, διαγωγή μηδέν 1949, διαγωγή κοσμιοτάτη, διαγωγή κοσμιοτάτη τι σημαινει, διαγωγή κοσμιοτάτη λεξικο, διαγωγή λεξικό γλώσσας εσθονικά, διαγωγή στα εσθονικά

Μεταφράσεις

  • διαβόητος στα εσθονικά - kurikuulus, jõletu, üldtuntud, kurikuulsa, tuntud, kurikuulsat, kurikuulsad
  • διαγράφω στα εσθονικά - näritud, siluett, kustutama, kustutada, kustutamiseks, kustutamine, kustutage
  • διαγωνίζομαι στα εσθονικά - konkureerima, võistlema, diagonizomai
  • διαγωνιζόμενος στα εσθονικά - konkurent, kandidaat, võistleja, vaidlustaja, osaleja, osavõtja, võistlejal, ...
Τυχαίες λέξεις
Διαγωγή στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: ülevalpidamine, kombed, käitumine, käitumise, käitumist, tegevus, läbiviimise