Διαγωγή στα ισπανικά
Μετάφραση: διαγωγή, Λεξικό: ελληνικά » ισπανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
conducir, conducta, gestión, porte, guiar, dirigir, modales, comportamiento, la conducta, realización, conductas
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: διαγωγή
διαγωγή κοσμιοτάτη σημασία, διαγωγή μηδέν 1949, διαγωγή κοσμιοτάτη, διαγωγή κοσμιοτάτη τι σημαινει, διαγωγή κοσμιοτάτη λεξικο, διαγωγή λεξικό γλώσσας ισπανικά, διαγωγή στα ισπανικά
Μεταφράσεις
- διαβόητος στα ισπανικά - infame, notorio, notoria, famoso, conocido, famosa
- διαγράφω στα ισπανικά - silueta, raspar, cancelar, enjugar, borrar, suprimir, eliminar, ...
- διαγωνίζομαι στα ισπανικά - rivalizar, competir, diagonizomai
- διαγωνιζόμενος στα ισπανικά - rival, competidor, concursante, contendiente, participante, concursantes
Τυχαίες λέξεις
Διαγωγή στα ισπανικά - Λεξικό: ελληνικά » ισπανικά
Μεταφράσεις: conducir, conducta, gestión, porte, guiar, dirigir, modales, comportamiento, la conducta, realización, conductas
Μεταφράσεις: conducir, conducta, gestión, porte, guiar, dirigir, modales, comportamiento, la conducta, realización, conductas