Διατείνομαι στα εσθονικά
Μετάφραση: διατείνομαι, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
väitma, teesklema, teeselda, teesklevad, pretendeeri
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: διατείνομαι
διατείνομαι αντωνυμο, διατείνεται σημασία, διατείνεται λεξικο, διατείνομαι συνώνυμα, διατείνομαι ορισμός, διατείνομαι λεξικό γλώσσας εσθονικά, διατείνομαι στα εσθονικά
Μεταφράσεις
- διαταράσσω στα εσθονικά - rüselema, häirima, epäjärjestykseen, korratusse viima, häiri, rivist välja viib
- διαταραχή στα εσθονικά - häire, korratus, haigus, häired, häiret
- διατηρώ στα εσθονικά - konserveerima, hoidis, säilitama, väitma, säilitada, säilitamiseks, hoida, ...
- διατομή στα εσθονικά - kokkupuutepunkt, lõikepunkt, ristmik, ristmikul, ristumiskohas, ristmiku
Τυχαίες λέξεις
Διατείνομαι στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: väitma, teesklema, teeselda, teesklevad, pretendeeri
Μεταφράσεις: väitma, teesklema, teeselda, teesklevad, pretendeeri