Διατείνομαι στα τσεχικά
Μετάφραση: διατείνομαι, Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
tvrdit, podporovat, vydržovat, zachovat, udržovat, udržet, trvat, předstírat, předstírají
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: διατείνομαι
διατείνομαι αντωνυμο, διατείνεται σημασία, διατείνεται λεξικο, διατείνομαι συνώνυμα, διατείνομαι ορισμός, διατείνομαι λεξικό γλώσσας τσεχικά, διατείνομαι στα τσεχικά
Μεταφράσεις
- διαταράσσω στα τσεχικά - drápat, rvačka, umíchat, rvát, škrábat, lezení, honička, ...
- διαταραχή στα τσεχικά - onemocnění, nepořádek, výtržnost, porucha, zmatek, poruchy, poruchou
- διατηρώ στα τσεχικά - rezervace, chránit, zavařovat, zadržet, držet, uschovat, trvat, ...
- διατομή στα τσεχικά - rozcestí, křížení, průřez, křižovatka, přetínání, průnik, průsečík, ...
Τυχαίες λέξεις
Διατείνομαι στα τσεχικά - Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Μεταφράσεις: tvrdit, podporovat, vydržovat, zachovat, udržovat, udržet, trvat, předstírat, předstírají
Μεταφράσεις: tvrdit, podporovat, vydržovat, zachovat, udržovat, udržet, trvat, předstírat, předstírají