Διατείνομαι στα λευκορωσικά

Μετάφραση: διατείνομαι, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
гадаваць, прыкідвацца, прытварацца, ўдаваць
Διατείνομαι στα λευκορωσικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: διατείνομαι

διατείνομαι αντωνυμο, διατείνεται σημασία, διατείνεται λεξικο, διατείνομαι συνώνυμα, διατείνομαι ορισμός, διατείνομαι λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, διατείνομαι στα λευκορωσικά

Μεταφράσεις

  • διαταράσσω στα λευκορωσικά - зводзіць, звадзіць, звесці
  • διαταραχή στα λευκορωσικά - засмучэнне, расстройства, разлад, расстройствы, расстройство
  • διατηρώ στα λευκορωσικά - гадаваць, падтрымліваць
  • διατομή στα λευκορωσικά - скрыжаванне, перасячэнне, перасячэньне, перакрыжаванне
Τυχαίες λέξεις
Διατείνομαι στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: гадаваць, прыкідвацца, прытварацца, ўдаваць