Επίθετο στα εσθονικά

Μετάφραση: επίθετο, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
omadussõna, perekonnanimi, adjektiiv, liiginimi, omadussõnana, omadussõnaga, omadussõnast
Επίθετο στα εσθονικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: επίθετο

επίθετο ενεργός, επίθετο πολύς ασκήσεις, επίθετο στα αγγλικά, επίθετο πολύς-πολλή-πολύ, επίθετο γραμματική, επίθετο λεξικό γλώσσας εσθονικά, επίθετο στα εσθονικά

Μεταφράσεις

  • επίδραση στα εσθονικά - mõju, löök, põrge, toime, toimet, efekti, efekt
  • επίθεση στα εσθονικά - solvav, ründav, rünnak, ründama, vägistamine, atakk, rünnaku, ...
  • επίκαιρος στα εσθονικά - õigeaegne, kohane, aktuaalne, paikseks, paikse, paikselt, paikne
  • επίκληση στα εσθονικά - manamine, appikutsumine, appihüüd, toetumise, kutsumise, appihüüde, invokatsiooni
Τυχαίες λέξεις
Επίθετο στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: omadussõna, perekonnanimi, adjektiiv, liiginimi, omadussõnana, omadussõnaga, omadussõnast