Καμαρωτός στα εσθονικά
Μετάφραση: καμαρωτός, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
uhke, reibas, Hilpeä, lõbus, Probleemideta ise kindel, kehkjas
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: καμαρωτός
καμαρωτόσ δημήτρησ, άρησ καμαρωτόσ, καμαρωτός λεξικό γλώσσας εσθονικά, καμαρωτός στα εσθονικά
Μεταφράσεις
- καμήλα στα εσθονικά - kaamel, kaameli, camel, kaameli-, kaamelil
- καμαρίλα στα εσθονικά - nõuanne, soovitama, kaitsja, Camarillo, sihtkohas Camarillo
- καμβάς στα εσθονικά - agiteerima, puldan, lõuend, lõuendil, lõuendi, lõuendile, presendist
- καμηλοπάρδαλη στα εσθονικά - kaelkirjak, kaelkirjaku, giraffe, kaelkirjakuga, kaelkirjakut
Τυχαίες λέξεις
Καμαρωτός στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: uhke, reibas, Hilpeä, lõbus, Probleemideta ise kindel, kehkjas
Μεταφράσεις: uhke, reibas, Hilpeä, lõbus, Probleemideta ise kindel, kehkjas