Καμαρωτός στα ουκρανικά
Μετάφραση: καμαρωτός, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
опуклий, пихатий, жвавий, жвава, бойки, спритний, моторний
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: καμαρωτός
καμαρωτόσ δημήτρησ, άρησ καμαρωτόσ, καμαρωτός λεξικό γλώσσας ουκρανικά, καμαρωτός στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- καμήλα στα ουκρανικά - верблюд, верблюда
- καμαρίλα στα ουκρανικά - розв'язування, розв'язання, рекомендувати, рада, Camarillo
- καμβάς στα ουκρανικά - полотнина, картина, полотно, марля, суду, брезент, холст
- καμηλοπάρδαλη στα ουκρανικά - жираф, жирафа
Τυχαίες λέξεις
Καμαρωτός στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: опуклий, пихатий, жвавий, жвава, бойки, спритний, моторний
Μεταφράσεις: опуклий, пихатий, жвавий, жвава, бойки, спритний, моторний