Καμαρωτός στα λιθουανικά
Μετάφραση: καμαρωτός, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
išdidus, linksmas, stilingas, nerūpestingas, Mundrs, Beztroski
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: καμαρωτός
καμαρωτόσ δημήτρησ, άρησ καμαρωτόσ, καμαρωτός λεξικό γλώσσας λιθουανικά, καμαρωτός στα λιθουανικά
Μεταφράσεις
- καμήλα στα λιθουανικά - kupranugaris, Camel, kupranugarių, wielbłąda, kupranugariui
- καμαρίλα στα λιθουανικά - advokatas, Camarillo
- καμβάς στα λιθουανικά - burė, paveikslas, drobė, drobės, sienų dekoras drobė
- καμηλοπάρδαλη στα λιθουανικά - žirafa, Giraffe
Τυχαίες λέξεις
Καμαρωτός στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: išdidus, linksmas, stilingas, nerūpestingas, Mundrs, Beztroski
Μεταφράσεις: išdidus, linksmas, stilingas, nerūpestingas, Mundrs, Beztroski