Λικνίζω στα εσθονικά
Μετάφραση: λικνίζω, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
kalju, kiigutama, salk, jäätükk, kari, rokk, kivi, Rock, kivim
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: λικνίζω
λικνίζω λεξικό γλώσσας εσθονικά, λικνίζω στα εσθονικά
Μεταφράσεις
- λιθοστρώνω στα εσθονικά - sillutama, munakivi, Cobble, munakatest, klopsida, kokku klopsima
- λικνίζομαι στα εσθονικά - kõikuma, mõjuvõim, kallutus, liknizomai
- λιμάνι στα εσθονικά - portima, illuminaator, pakpoord, sadam, port, portvein, sadama, ...
- λιμάρης στα εσθονικά - õgard, ahm, raspel, raspli, Käest, rasp, raspliga
Τυχαίες λέξεις
Λικνίζω στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: kalju, kiigutama, salk, jäätükk, kari, rokk, kivi, Rock, kivim
Μεταφράσεις: kalju, kiigutama, salk, jäätükk, kari, rokk, kivi, Rock, kivim