Λικνίζω στα ουγγρικά
Μετάφραση: λικνίζω, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
ékszer, rockzene, szikla, sziklára, rock, kőzet, kő
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: λικνίζω
λικνίζω λεξικό γλώσσας ουγγρικά, λικνίζω στα ουγγρικά
Μεταφράσεις
- λιθοστρώνω στα ουγγρικά - utcakő, Cobble, macskaköves, macskakövez, macskakő
- λικνίζομαι στα ουγγρικά - hintázás, kibillenés, ingás, lóbálás, hintáztatás, liknizomai
- λιμάνι στα ουγγρικά - portói, oldalnyílás-fedél, rév, városkapu, ágyúlék, raktárnyílás, kikötő, ...
- λιμάρης στα ουγγρικά - rozsomák, reszelő, ráspoly, nyíróeszköz, ráspollyal
Τυχαίες λέξεις
Λικνίζω στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: ékszer, rockzene, szikla, sziklára, rock, kőzet, kő
Μεταφράσεις: ékszer, rockzene, szikla, sziklára, rock, kőzet, kő