Μονοκόμματος στα εσθονικά

Μετάφραση: μονοκόμματος, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
tömp, pläru, nürima, ühes tükis, ühest tükist, alla ühes tükis, üks nupp
Μονοκόμματος στα εσθονικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: μονοκόμματος

μονοκόμματος συνώνυμα, μονοκόμματος λεξικό γλώσσας εσθονικά, μονοκόμματος στα εσθονικά

Μεταφράσεις

  • μοναχικός στα εσθονικά - üksildasevõitu, üksildane, üksik, lonely, üksildase, üksikuna
  • μοναχός στα εσθονικά - üksi, üksinda, munk, Friar, vend, Kaputsiin, kloostrivend
  • μονομαχία στα εσθονικά - duell, heitlus, duelli, duel, duellil
  • μονοπάτι στα εσθονικά - tee, jälg, teekonnajoon, rada, järgnema, teed, liikujale, ...
Τυχαίες λέξεις
Μονοκόμματος στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: tömp, pläru, nürima, ühes tükis, ühest tükist, alla ühes tükis, üks nupp