Μονοκόμματος στα λευκορωσικά
Μετάφραση: μονοκόμματος, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
квадратны, адзін кавалак
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: μονοκόμματος
μονοκόμματος συνώνυμα, μονοκόμματος λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, μονοκόμματος στα λευκορωσικά
Μεταφράσεις
- μοναχικός στα λευκορωσικά - самотны, адзінокі, Аднамесны, статус Аднамесны, мае адносіны статус Аднамесны
- μοναχός στα λευκορωσικά - манах, мніх
- μονομαχία στα λευκορωσικά - паядынак
- μονοπάτι στα λευκορωσικά - сьтежачка, шлях, дарогу
Τυχαίες λέξεις
Μονοκόμματος στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: квадратны, адзін кавалак
Μεταφράσεις: квадратны, адзін кавалак