Μονοκόμματος στα σλαβομακεδονικά
Μετάφραση: μονοκόμματος, Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
едно парче, еден дел, една фигура, само едно парче
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: μονοκόμματος
μονοκόμματος συνώνυμα, μονοκόμματος λεξικό γλώσσας σλαβομακεδονικά, μονοκόμματος στα σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις
- μοναχικός στα σλαβομακεδονικά - осамени, осамен, осамените, осамено, осамена
- μοναχός στα σλαβομακεδονικά - монах, Friar
- μονομαχία στα σλαβομακεδονικά - двобој, двобојот, дуел, мегдан, дуелот
- μονοπάτι στα σλαβομακεδονικά - патека, патот, пат, на патот, патеката
Τυχαίες λέξεις
Μονοκόμματος στα σλαβομακεδονικά - Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις: едно парче, еден дел, една фигура, само едно парче
Μεταφράσεις: едно парче, еден дел, една фигура, само едно парче