Προκαταλαμβάνω στα εσθονικά
Μετάφραση: προκαταλαμβάνω, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
ootama, prepossess
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: προκαταλαμβάνω
προκαταλαμβάνω λεξικό γλώσσας εσθονικά, προκαταλαμβάνω στα εσθονικά
Μεταφράσεις
- προκατάληψη στα εσθονικά - lävi, vildak, eelarvamus, erapoolikus, diagonaal, eelarvamusi, erapoolikuse
- προκαταβάλλω στα εσθονικά - edenema, prokatavallo
- προκαταρκτικός στα εσθονικά - esialgne, esialgse, eelotsuse, esialgsed, esialgsete
- προκατειλημμένος στα εσθονικά - eelarvamuslik, erapoolik, Küüniline, ikterus ehk nahakollasus, kollatõbine, kollatõbine kui
Τυχαίες λέξεις
Προκαταλαμβάνω στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: ootama, prepossess
Μεταφράσεις: ootama, prepossess