Προκαταλαμβάνω στα σουηδικά
Μετάφραση: προκαταλαμβάνω, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
påräkna, föregripa, förutse, förekomma, GÖRA NGN VÄLVILLIGT INSTÄLLD MOT
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: προκαταλαμβάνω
προκαταλαμβάνω λεξικό γλώσσας σουηδικά, προκαταλαμβάνω στα σουηδικά
Μεταφράσεις
- προκατάληψη στα σουηδικά - fördom, förspänning, partiskhet, förspänna, förspänningen, fördomar
- προκαταβάλλω στα σουηδικά - befordran, avancera, anmarsch, prokatavallo
- προκαταρκτικός στα σουηδικά - preliminära, preliminär, preliminärt, förhands, begäran om förhands
- προκατειλημμένος στα σουηδικά - jaundiced, MISSUNNSAM, fördomsfull, smittad med gulsot, gulsot
Τυχαίες λέξεις
Προκαταλαμβάνω στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: påräkna, föregripa, förutse, förekomma, GÖRA NGN VÄLVILLIGT INSTÄLLD MOT
Μεταφράσεις: påräkna, föregripa, förutse, förekomma, GÖRA NGN VÄLVILLIGT INSTÄLLD MOT