Προκαταλαμβάνω στα ισπανικά

Μετάφραση: προκαταλαμβάνω, Λεξικό: ελληνικά » ισπανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
anticipar, prever, predisponerles, predisponerles en
Προκαταλαμβάνω στα ισπανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: προκαταλαμβάνω

προκαταλαμβάνω λεξικό γλώσσας ισπανικά, προκαταλαμβάνω στα ισπανικά

Μεταφράσεις

  • προκατάληψη στα ισπανικά - prevención, prejuicio, parcialidad, través, sesgo, tendencia, sesgo de
  • προκαταβάλλω στα ισπανικά - progresión, progresar, adelanto, avance, promover, progreso, prokatavallo
  • προκαταρκτικός στα ισπανικά - preparativo, preliminar, prejudicial, preliminares, prejudicial planteada, preliminar de
  • προκατειλημμένος στα ισπανικά - ictérico, ictericia, con ictericia, ictérica, jaundiced
Τυχαίες λέξεις
Προκαταλαμβάνω στα ισπανικά - Λεξικό: ελληνικά » ισπανικά
Μεταφράσεις: anticipar, prever, predisponerles, predisponerles en